- κολλέγιο
- τοβλ. κολέγιο.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Μεθόδιος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Επίσκοπος Πατάρων (τέλη 3ου αι.). Ήταν αρχιερέας, πλατωνικός φιλόσοφος, σφοδρός αντίπαλος του Ωριγένη και σημαντικός ποιητής. Έγραψε το Συμπόσιον των δέκα παρθένων ή περί αγνείας. Είναι γνωστός ως… … Dictionary of Greek
Athens College — (Κολλέγιο Αθηνών) is a co educational private independent school in Psychiko, Greece, a suburb of Athens, part of the Hellenic American Educational Foundation (Ελληνοαμερικανικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα) which also includes Psychiko College, although… … Wikipedia
Päpstliches Griechisches Kolleg vom Hl. Athanasius — Das Päpstliche Griechische Kolleg vom Heiligen Athanasius (it.: Pontificio Collegio Greco di Sant’Atanasio, gr.: Ελληνικo Κολλεγιο Αγιου Αθανασιου) wurde 1577 als Päpstliches Kolleg und Priesterseminar für Seminaristen aus Griechenland, dem Nahen … Deutsch Wikipedia
Коллегиум святого Афанасия — „Коллегиум святого Афанасия“ был основан в Риме в 1577 году Папой Григорием ХIII специально для обучения греков. Содержание 1 История 2 Известные выпускники … Википедия
κολέγιο — το (Μ κολλέγιον) νεοελλ. 1. εκπαιδευτικό ίδρυμα πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας ή μόνο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στο οποίο συνήθως ο μαθητής, εκτός από τις ώρες τών μαθημάτων, μπορεί να μείνει και την υπόλοιπη μέρα για μελέτη («Κολλέγιο Αθηνών») … Dictionary of Greek
νεπωτισμός — και νεποτισμός, ο 1. τάση παπών τής Αναγέννησης να προωθούν συγ. γενικά τους πρόσωπα στο κολλέγιο τών καρδιναλίων και σε καίριες θέσεις τής παπικής αυλής 2. (σήμερα) η εύνοια που δείχνουν ορισμένοι πολιτικοί άνδρες ή δημόσιοι λειτουργοί προς… … Dictionary of Greek
Νικηφόρου, Τόλης — (Θεσσαλονίκη 1938 –). Τραπεζικός υπάλληλος, σύμβουλος επιχειρήσεων και λογοτέχνης. Σπούδασε στο Αμερικανικό Κολλέγιο Ανατόλια και στο Πανεπιστήμιο Lasalle Extension του Σικάγου (Διοίκηση Επιχειρήσεων). Σταδιοδρόμησε ως τραπεζικός υπάλληλος,… … Dictionary of Greek
Νόβακ, Κιμ — (Kim Novak, Σικάγο 1933 –). Αμερικανίδα ηθοποιός. Από τις ξανθές που χαρακτήρισαν το Χόλιγουντ σε ολόκληρη την δεκαετία του 1950, τελείωσε το κολλέγιο στο Λος Αντζελες και σχεδόν αμέσως μπήκε στις ταινίες. Τα ειδύλλιά της εντός και εκτός οθόνης… … Dictionary of Greek
Όμπερτ, Χέρμαν — (Hermann Oberth, 1894 – 1989). Γερμανός διαστημικός επιστήμονας, ένας από τους πρωτοπόρους της πυραυλικής. Σπούδασε στα πανεπιστήμια Μονάχου, Κλουζ, Γκαίτινγκεν και Χαϊδελβέργης. Διετέλεσε καθηγητής στο κολλέγιο Ροθ στη Μέντιας της Ρουμανίας και… … Dictionary of Greek
Όουεν, Ρίτσαρντ — (Richard Owen, Λάνκαστερ 1804 – Λονδίνο 1892). Άγγλος ζωολόγος, ανατόμος και παλαιοντολόγος. Διετέλεσε καθηγητής στο Βασιλικό Κολλέγιο Χειρούργων και στο διάστημα 1856 1883 εργάστηκε στο Βρετανικό Μουσείο. Μελέτησε κυρίως απολιθώματα από… … Dictionary of Greek